master of malt john lamond the likker interview

Interview: Master of Malt John Lamond

Το The Tasters Club είχε τη χαρά και την τιμή να φιλοξενήσει έναν από τους πιο βαθείς γνωστές του whisky παγκοσμίως και να διοργανώσει μια πολύ ιδιαίτερη βραδιά, ένα masterclass υπό τον τίτλο The Future Is A Scary Place! με τον Master of Malt John Lamond, που περιλάμβανε ομιλία, γευσιγνωσία και φυσικά συζήτηση. Δεν χάσαμε βέβαια την ευκαιρία να του απευθύνουμε μερικές ερωτήσεις, τόσο προσωπικές όσο και με γενικούς προβληματισμούς των φίλων του whisky και πολύ πρόθυμα μας απάντησε.

Λίγα λόγια για τον John Lamond

O John Lamond είναι ο whisky expert, που άλλοι ειδικοί πολύ συχνά στρέφονται σε αυτόν. Είναι Master of Malt και Keeper of the Quaich και αυθεντία στο whisky παγκοσμίως. Είναι ο συγγραφέας των “The Malt Whisky File” (ήδη στην 7η έκδοση), “The Whisky Connoisseur’s Book of Days”, “The Whisky Connoisseur’s Companion”, “Le Snob Whisky”, “Instant Expert Whisky” και “Whisky Obsessions”, ενώ αρθρογραφεί σε διεθνή και ευρωπαϊκά περιοδικά, με θέματα γενικά για το ποτό.

Με οικογενειακή παράδοση στα ξενοδοχειακά και το λιανικό εμπόριο, εμνεύστηκε στην ηλικία των 23 ετών από ένα cask strenght sample από το Aberfeldy, ενώ δούλευε για το Dewar’s και μετά δεν υπήρχε επιστροφή. Μια φυσική δίψα για γνώση τον ώθησε σε μια ερωτική σχέση ζωής με το σκωτσέζικο “νερό της ζωής”.

Ο John γράφει και δίνει διαλέξεις εκτενώς, με βάση το ευρύ πεδίο της εμπειρίας του, όχι μόνο στο ουίσκι αλλά επίσης στο κρασί και άλλα αποστάγματα. Με 40 χρόνια εμπειρίας στον κλάδο των οινοπνευματωδών, έχει θητεύσει στο National Council of the Association of Wine Educators, είναι πρώην πρόεδρος του Institute of Wines & Spirits of Scotland, ενώ κατέχει τα Miguel Torres Wines Course Award, The Australian Wine Certificate και The Wine & Spirit Education Trust Diploma. Είναι μόνιμος λέκτορας στα μαθήματα WSET μέχρι το επίπεδο του διπλώματος και διοργανώνει εκπαιδευτικά μαθήματα σε όλο τον κόσμο για αποσταγματοποιούς, διανομείς ποτών, ξενοδόχους, εστιάτορες, ιδιοκτήτες και προσωπικό bar, αλλά και ιδιώτες.

Ο John είναι δημιουργός του The Scotch Whisky Trail Certificate Course, της πρώτης παγκοσμίως απογευματινής τάξης Scotch Whisky. Λειτουργεί υπό την αιγίδα του The Scotch Whisky Academy, ενός παγκόσμιου οργανισμού εκπαίδευσης και ανάθεσης, που καλύπτει την παραγωγή, την ιστορία και τη λαογραφία, το μάρκετινγκ και το μέλλον του ουίσκι. Με γενική απαίτηση, έχει προσθέσει το The Advanced Whiskey Trail Course, πηγαίνοντας ακόμη πιο βαθιά στο θέμα, δίνοντας στους μαθητές μια πολύ ευρύτερη εικόνα της βιομηχανίας από οποιοδήποτε άλλο διαθέσιμο μάθημα.

Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με ενθουσιασμό, με δράσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, το Δίκαιο Εμπόριο, την τοπική κοινωνία και φυσικά την οικογένειά του.

Όπως μας λέει: ”Πιστεύω αληθινά και κηρύττω ότι το Scotch Whisky είναι το κορυφαίο απόσταγμα στον κόσμο: πουθενά αλλού στον κόσμο του ποτού δεν μπορείς να βιώνεις τόσο διαφορετικές γεύσεις και τέτοιους βαθμούς ωριμότητας για τόσο μικρό κόστος. Θεωρώ ότι αυτή η ποικιλομορφία, τόσο των γεύσεων όσο και των ανθρώπων που εμπλέκονται στη βιομηχανία, είναι συναρπαστική, φιλική και πολύ συχνά ακόμα και ταπεινή”.

Ο John Lamond έχει αναγνωριστεί ως Whisky Man of the Year 2011 & 2012, Best Independent Wine & Spirits Consultant 2017 – UK, Best Spirits Course 2017: The Scotch Whisky Trail Certificate Course και Whisky Educator of the Year 2018.

 

 

 

The Likker: Θα θέλαμε να σε ευχαριστήσουμε για το μοναδικό masterclass που παρακολουθήσαμε και για τη συνέντευξη που μας παραχωρείς.

John: Δική μου ευχαρίστηση!

The Likker: Το terroir έχει τελικά σημασία στο whisky; Ποια είναι η γνώμη σου γι’ αυτό και αν μπορούσαμε να συγκρίνουμε όλα τα στάδια της παραγωγής ουίσκυ (κριθάρι, άμβυκες, τεχνολογία, άνθρωπος, βαρέλια κ.λπ.), ποιό νομίζεις ότι παίζει τον σημαντικότερο ρόλο;

John: Το terroir είναι μια έννοια που ενσωματώνει το έδαφος, την τοπογραφία, το μακροκλίμα, το μεσοκλίμα και τις ανθρώπινες επεμβάσεις από γενιά σε γενιά. Σαν εμπορική έννοια, το terroir είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί στο whisky, επειδή πολύ λίγοι αποσταγματοποιοί έχουν οποιοδήποτε έλεγχο στις συνθήκες καλλιέργειας ή ξήρανσης του κριθαριού τους. Πιστεύω όμως ότι είναι σημαντικό, είναι εφικτό και μπορεί να κάνει τη διαφορά στη γεύση και την ποιότητα του τελικού αλκοολούχου ποτού.

Τα μεγάλα αποστακτήρια δεν έχουν την ευελιξία να μπορούν να αποστάζουν μόνο από κριθάρι που καλλιεργείται στην τοποθεσία τους. Ο όγκος της παραγωγής τους ως εμπορικών επιχειρήσεων σημαίνει επίσης ότι η κριθάρι τους βυνοποιείται από εμπορικούς παραγωγούς (maltsters), που έχουν την ικανότητα να καλύψουν τη ζήτησή τους. Αυτοί οι maltsers, μπορεί να βρίσκονται αρκετές εκατοντάδες χιλιόμετρα από το αποστακτήριο. Μόνο αποστακτήρια όπως τα Daftmill, Arbikie, Kilchoman ή Springbank είναι σε θέση να αποστάζουν από τοπικά καλλιεργημένο κριθάρι και ακόμη και τότε, σε περίπτωση που η τοπική συγκομιδή αποτύχει, πιστεύω ότι μόνο το Daftmill θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά, σταματώντας την παραγωγή για ένα χρόνο. Έτσι, είναι δύσκολο να επιτευχθεί συνολικά ή πλήρως το terroir.

Στο πλαίσιο της βιομηχανίας του whisky, μπορεί να επιτευχθεί μερική μορφή terroir. Υπολογίζεται ότι μόνο το 2% της γεύσης προέρχεται από το κριθάρι. Εάν αφαιρεθεί αυτό το στοιχείο, αλλά το ουίσκι ωριμάζει στο αποστακτήριο, τότε τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος αυτού του τοπικού συστήματος, επηρεάζουν μοναδικά την ωρίμαση του αλκοόλ. Καθώς το whisky εξατμίζεται, τα χαρακτηριστικά που είναι αυτόχθονα σε αυτό το μέρος, διαπερνούν το βαρέλι για να καταλάβουν το κενό και αυτό προσθέτει ειδικές τοπικές γεύσεις και αρώματα στο whisky.

Τον σημαντικότερο ρόλο στο whisky παίζει ο άνθρωπος. Χωρίς αυτόν, δεν θα είχαμε το whisky στο τέλος της ημέρας. Καθορίζει το στέλεχος του κριθαριού, τη θερμοκρασία της ζύμωσης, την ταχύτητα της απόσταξης, τη χρήση, την ηλικία και την προέλευση των βαρελιών και τη διάρκεια της ωρίμασης.

Εκτός από τον άνθρωπο, τα βαρέλια είναι το πιο σημαντικό στοιχείο στην παραγωγή επειδή το 70% της γεύσης προέρχεται από το βαρέλι, είτε ως χαρακτηριστικές γεύσεις που εξάγονται από το ξύλο, καθώς μαλακώνει το αποστάγμα καθώς εξατμίζεται (δηλ. αυτό που προστίθεται και αφαιρείται από το απόσταγμα μέσω του ξύλου καθώς αυτό ωριμάζει) ή αλλιώς από τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος που ήδη ανέφερα.

The Likker: Η αγορά του single malt όλο και αναπτύσσεται, ειδικά σε νέες αγορές στα ανατολικά. Όλο και περισσότερα αποστακτήρια χτίζονται στη Σκωτία και την Ιρλανδία και βεβαίως παράγεται whisky σε όλο τον κόσμο. Υπάρχει αρκετός χώρος για όλα αυτά; Θα μπορέσουν αυτές οι αγορές να αντεπεξέλθουν σε αυτήν τη ζήτηση ή υπάρχει κίνδυνος να καταρρεύσει η βιομηχανία στο μέλλον, όπως και στις αρχές της δεκαετίας του ’80;

John: Υπάρχει η δυνατότητα να συνεχίσει να αναπτύσσεται η αγορά του whisky παγκοσμίως, καθώς ορισμένες αναδυόμενες αγορές, όπως η Κίνα, είναι τόσο μεγάλες ώστε ακόμη και 100 χρόνια μετά, θα υπάρχουν ντόπιοι Κινέζοι που ποτέ δεν άκουσαν για το σκωτσέζικο whisky, πόσο μάλλον να το δοκιμάσουν. Ορισμένες αγορές, όπως πολλά αφρικανικά έθνη είναι πολύ ανώριμες, με τις πολύ μικρές ποσότητες ουίσκυ που εισάγονται σε αυτές τις χώρες.

Ο κίνδυνος κατάρρευσης υπαγορεύεται από τις διάφορες εθνικές οικονομίες και τις δημοσιονομικές ενέργειες των κυβερνήσεων. Αν είναι γραφτό να δούμε μια ακόμα οικονομική κατάρρευση όπως το 1978, τότε το κλείσιμο αποστακτηρίων θα ήταν πιθανό. Παραδόξως, οι εξαγωγές scotch whisky δεν επηρεάστηκαν σημαντικά από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Καθώς οι πληθυσμοί των αναπτυσσόμενων εθνών, αναπτύσσουν τις μεσαίες τάξεις τους, αναπτύσσουν τις δυτικές προτιμήσεις και μέσα σ’ αυτό τον παράγοντα, το πλέον φιλόδοξο ποτό είναι το σκωτσέζικο whisky. Ο ανταγωνισμός σίγουρα εντείνεται από άλλα ουίσκι άλλων χωρών, αλλά το σκωτσέζικο ουίσκι βρίσκεται στην κορυφή, θεωρείται το απόγειο των οινοπνευματωδών ποτών και δεν βλέπω ότι αυτή η εκτίμηση ξεπερνιέται από οποιοδήποτε άλλο whisky εκτός Σκωτίας.

Έτσι, ναι, υπάρχει χώρος για όλα τα ουίσκι του κόσμου. Προβλέπω ότι η ζήτηση θα συνεχιστεί και όσο οι πολιτικοί έχουν τον έλεγχο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος κατάρρευσης. Το Brexit είναι ένα σημαντικό ζήτημα προς το παρόν, με τη δυνατότητα να δημιουργηθεί μια βραχυπρόθεσμη κατάρρευση σε περίοδο 5 ή 6 ετών εξαιτίας της εξάρτησης του σκωτσέζικου whisky από τις πωλήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 30% των εξαγωγών πηγαίνει στην ΕΕ και εάν εγκαταλείψουμε την ΕΕ χωρίς συμφωνία τελωνειακής ένωσης, τότε τα £ 1,39 δισ. θα μπορούσαν να μειωθούν σημαντικά μεσοπρόθεσμα, λόγω των καθυστερήσεων στις μεταφορές και των αυξήσεων των δασμών.

 

The Likker: Μιλώντας για single malt, υπάρχουν πολλοί φίλοι του ουίσκυ, που περιφρονούν τα blended whiskies εν γένει, θεωρώντας ότι είναι κατώτερα. Σε αντίθεση με τον τίτλο σου ως «Master of Malt», νομίζω ότι θα έχεις μια ενδιαφέρουσα τοποθέτηση σε αυτή τη διαφωνία.

John: Οι blenders, αυτοί που διατηρούν τα blends, είναι καλλιτέχνες, χρησιμοποιώντας εκατοντάδες βαρέλια, που το καθένα περιέχει ένα μοναδικό απόσταγμα, για να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν το χαρακτήρα του μείγματος, για το οποίο είναι οι σημερινοί θεματοφύλακες. Η αποστολή τους είναι να συνδυάζουν με συνέπεια το μείγμα της εταιρείας τους με τέτοιο τρόπο, ώστε οι πελάτες της εταιρείας να παίρνουν ακριβώς τις ίδιες γεύσεις, κάθε φορά που αγοράζουν αυτό το συγκεκριμένο blend.

Προφανώς, υπήρξαν στρατηγικές αλλαγές, που έγιναν σε blends κατά τη διάρκεια των ετών. H κίνηση του Bell’s να κυκλοφορήσει με ηλικία 8 ετών στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και πάλι το ίδιο μερικά χρόνια αργότερα ή η κίνηση του Black Bottle να κυκλοφορήσει σε ένα πιο γλυκό, πιο Speyside γευστικό προφίλ, αλλά συνολικά, έχουν ως στόχο να διατηρήσουν το προφίλ γεύσης της μάρκας τους.

Τα blended έχουν μια σαφή θέση στην αγορά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, έτσι μπαίνουν οι καταναλωτές στο whisky. Η μετάβαση σε singe malt τείνει να είναι ένα ακόμη βήμα στο ταξίδι τους. Πολλοί καταναλωτές δεν ξεπερνούν ποτέ τα blended, η ιδιαίτερη επιλογή τους ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους σε τιμή και γεύση και έχουν ελάχιστη ή καθόλου επιθυμία να ταξιδέψουν περαιτέρω.

Ως εκ τούτου, oι οπαδοί του whisky που περιφρονούν τα blended ουίσκι, θα χάσουν μερικές υπέροχες, χαρακτηριστικές γεύσεις. Τα blended αντιπροσωπεύουν το 90% των πωλήσεων. Είναι λοιπόν κάποιες κατηγορίες που είναι ΠΟΛΥ σημαντικές για την επιτυχία και την επιβίωση του κλάδου. Σε πολλές περιπτώσεις, εάν δεν υπήρχαν τα blended, δεν θα υπήρχαν ούτε τα αγαπημένα αποστακτήρια των οπαδών του single malt.

The Likker: Μια άλλη μεγάλη συζήτηση μεταξύ των οπαδών του whisky είναι η σύγκριση μεταξύ μη χρονολογημένων (NAS-No Age Statement) και χρονολογημένων ουίσκι. Η διαφωνία δεν αφορά τόσο την ποιότητα όσο τις τιμές. Γιατί νομίζεις ότι τα NAS ουίσκι είναι πιο ακριβά και αν οι τιμές αυτές ανταποκρίνονται επίσης στην ποιότητα.

John: Όπως ανέφερα και στο masterclass, οι πωλήσεις τα τελευταία χρόνια δημιούργησαν προβλήματα στα αποθέματα στον κλάδο του whisky, καθώς ορισμένες εταιρείες βρέθηκαν με ανεπαρκή παλαιωμένα αποθέματα, για να συνεχίζουν να προμηθεύουν την αγορά με 10 ετών ή 12 ετών. Αυτές οι εταιρείες εισήγαγαν μια μη χρονολογημένη έκδοση του single malt τους, για να προσπεράσουν αυτή την προβληματική περίοδο. Άλλοι πάλι, πήδησαν στο βαγόνι του NAS, δημιουργώντας ένα προϊόν εισόδου αντίστοιχα τιμολογημένο, για τους καταναλωτές που μπορεί να θέλουν να δοκιμάσουν το brand, χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψουν την πλήρη τιμή της εμφιάλωσης με ηλικία.

Το Travel Retail έχει επίσης εισέλθει στη λύση των NAS, μεταφέροντας μια έκδοση NAS της παλαιάς εμφιάλωσης. Πρέπει να παραδεχτώ ότι ορισμένα από αυτά, και όχι όλα, τα καταστήματα Travel Retail, έχουν ωθήσει προς τα πάνω την τιμή του καταλόγου τους χωρίς λόγο, εκτός από το γεγονός ότι είναι διαθέσιμα μόνο στο Travel Retail.

Όσον αφορά την ποιότητα, το απόσταγμα της εταιρείας φτιάχνεται καθημερινά στο ίδιο επίπεδο ποιότητας, η εμφιάλωση NAS περιέχει νεότερα ουίσκι από 10 ετών, αλλά αυτά τα βαρέλια νεότερου whisky, μπορεί να παλαιώνουν πολύ καλά στην νεανική τους κατάσταση.

The Likker: Ποια είναι η γνώμη σου για τους συλλέκτες whisky. Είναι το whisky πραγματικά καλή επένδυση ή απλά αυξάνουν άσκοπα τις τιμές τόσων εκφράσεων;

John: Έχω πει εδώ και πολλά χρόνια ότι αυτοί οι συλλέκτες πρέπει να αναγκαστούν να κάνουν ένα πάρτι, για να μπορέσετε να δοκιμάσετε εσείς και εγώ αυτά τα θαυμάσια whisky, που δεν μπορούμε πλέον να αντέξουμε οικονομικά, λόγω του τρόπου με τον οποίο η αγορά δημοπρασιών έχει ωθήσει προς τα πάνω, τις τιμές αυτών των εμφιαλώσεων.

Το whisky είναι τώρα το εμπόρευμα, που έχει δει τις υψηλότερες αποδόσεις για τους επενδυτές στην αγορά πλειστηριασμών. Το whisky έχει καλύτερες επιδόσεις από το κρασί, τον χρυσό ή τα έργα τέχνης.

Παρακολουθώντας από την πρώτη δημοπρασία whisky το 1986, είδα μερικές από τις παλαιότερες εμφιαλώσεις να έχουν επιτύχει σχεδόν απίστευτα στρατοσφαιρικές τιμές. Ομοίως, κάποια άλλα, όπως το Loch Dhu, αύξησαν την αξία τους, για να μειώσουν μετά την τιμή, εξίσου δραματικά. Συνεπώς, υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να πέσει η αξία της επένδυσής σας.

Τα τελευταία χρόνια, η επιτυχία του whisky στις αγορές πλειστηριασμών δημιούργησε μεγάλο αριθμό πλαστογραφιών ή μπουκαλιών που έχουν ξαναγεμιστεί με χαμηλότερης αξίας υγρό, μόνο για να πωληθούν στην αγορά πλειστηριασμών σε ορισμένους ανυποψίαστους καταναλωτές. Όπως και με οποιοδήποτε συλλεκτικό αντικείμενο, η προέλευση είναι απαραίτητη.

 

The Likker: Στην πρόσφατη εκδήλωσή μας στην Αθήνα, είδαμε να προσθέτεις νερό από την αρχή της διαδικασίας γευσιγνωσίας, αφού μύρισες πρώτα το whisky στο ποτήρι. Είναι αυτός ο σωστός τρόπος γευσιγνωσίας ή θα πρέπει πρώτα να το δοκιμάσουμε όπως είναι;

John: Όταν κάνω γευστική δοκιμή ουίσκι, αυτός είναι ο τρόπος που δοκιμάζω. Μερικές φορές, εάν δοκιμάζω μόνο ένα ή δύο, θα μυρίσω και θα δοκιμάσω σκέτο, πριν προσθέσω νερό και στη συνέχεια θα κρατήσω σημειώσεις για το whisky, τόσο με νερό όσο και χωρίς. Όταν διευθύνω μια εκπαιδευτική γευστική δοκιμή όπως αυτή της Αθήνας, μυρίζω χωρίς να προσθέσω νερό, προσθέτω το νερό και έπειτα γεύομαι. Η προσθήκη λίγου νερού, μόνο για να εμποδίσει το απόσταγμα να αυξήσει τη θερμοκρασία του υγρού κατά 2°C, απελευθερώνει αρώματα και γεύσεις.

Όταν κάποιος δοκιμάσει ο,τιδήποτε, αυτός μπορεί να γευτεί μόνο τέσσερα πράγματα: αλμυρό, γλυκό, ξινό και πικρό, ο,τιδήποτε άλλο είναι άρωμα. Η γεύση θα πρέπει απλώς να επιβεβαιώσει τα αρώματα. Το στόμα θερμαίνει ό,τι και να γευτείτε, τα αρώματα ανυψώνονται μέσα από το ρινικό πέρασμα στο οσφρητικό επιθήλιο και αυτό καταγράφει τα φρούτα ή οτιδήποτε άλλο έχει ήδη καταχωρήσει η μύτη σας.

The Likker: Θυμάσαι το πρώτο σου dram και αν υπήρξε κάποιο whisky σε όλες αυτές τις γευστικές δοκιμές που έκανες, που σου πήρε το μυαλό;

John: Δεν θυμάμαι το πρώτο μου dram. Ήταν πολύ καιρό πριν. Ήταν μάλλον ένα Dewar’s White Label, καθώς η οικογένειά μου κατανάλωνε Dewar’s. Κατάγομαι από το Περθ και στο Περθ, την εποχή εκείνη, υπήρχαν τα κεντρικά γραφεία από έξι μάρκες ουίσκι: Dewar’s, Bell’s, Moorland, J & T Currie, Beneagles και Old Perth. Πιθανότατα είχα πιει κάποια single malts πριν από το 1976, αλλά δεν τα θυμάμαι. Θυμάμαι όμως την πρώτη μου εμπειρία με ένα single cask. Ήταν με τον μεγάλο Ricky Robertson στο γραφείο του στο αποστακτήριο Aberfeldy.

Υπάρχουν κανά δυο whisky, που με ‘χουν ξετρελλάνει όλα αυτά τα χρόνια. Το πιο πρόσφατο ήταν ένα Ben Nevis 12 ετών White Port Cask Matured. Ήμουν απογοητευμένος από τα περισσότερα Port Cask finish που κυκλοφόρησαν, αλλά το Ben Nevis παλαίωσε εξ ολοκλήρου μέσα σε ένα βαρέλι White Port κι αυτό ήταν μια αποκάλυψη. Τα αρώματα ήταν ανανάς, πορτοκάλι και αποξηραμένα φρούτα. Το νερό αποκάλυψε πλούσιο κέικ φρούτων, καφέ, σοκολάτα και αμυγδαλωτό. Οι γεύσεις ήταν έντονες, με γεμάτο σώμα, ελαφρά ξηρές και πλούσιες, σίγουρα ο χαρακτήρας Χριστουγεννιάτικου κέικ με μια νότα μάφινς λευκής σοκολάτας και λίγο τζίντζερ σε ένα μακρύ τελείωμα, σύνθετο και κομψό, με μια σταγόνα κερήθρας, συνεχείς νότες εσπεριδοειδών και λίγο πιπέρι στην ουρά. Πραγματικά πεντανόστιμο.

The Likker: Ευχαριστούμε και ελπίζουμε να τα ξαναπούμε.

John: Ευχαριστώ κι εγώ για την υπέροχη φιλοξενία.

 

Συνέντευξη: Γιάννης Μηλιώνης